Αθήνα:19/07/2022
ΕΠΙΣΤΟΛΗ
ΘΕΜΑ: ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΩΝ ΠΡΟΣΟΝΤΩΝ ΑΠΟ ΑΛΛΕΣ ΧΩΡΕΣ.
ΠΡΟΣ
ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ
κ. ΝΙΚΗ ΚΕΡΑΜΕΩΣ
MAIL: info@nikikerameus.gr
ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΣΗ:
1. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ, ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ
ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ, ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ,
ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΜΑΘΗΣΗΣ ΚΑΙ ΝΕΟΛΑΙΑΣ
ΑΥΤΟΤΕΛΕΣ ΤΜΗΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ (Α.Τ.Ε.Ε.Ν.)
ΥΠΟΨΗ: κ. ΔΗΜΗΤΡΑΚΗ
MAIL: pdimitrakis@minedu.gov.gr
2. ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ
ΥΠΟΨΗ ΓΕΝΙΚΟΥ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ
ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ & ΚΑΤΑΡΤΗΣΗΣ
κ. ΒΟΥΤΣΙΝΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ
ΤΗΛ: 2103443642
MAIL: gsvetll@minedu.gov.gr
1. Όπως γνωρίζετε, η Ομοσπονδία Χειριστών Μηχανημάτων Έργου Ελλάδος (Ο.Χ.Μ.Ε.Ε.) αποτελεί δευτεροβάθμια ομοιοεπαγγελματική συνδικαλιστική οργάνωση, που εκπροσωπεί το σύνολο των αδειούχων χειριστών και βοηθών χειριστών μηχανημάτων έργων όλης της χώρας.
Η Ομοσπονδία μας, υπό το προϊσχύσαν νομοθετικό καθεστώς, συμμετείχε ex officio, δια του Προέδρου της, στο Συμβούλιο Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων (Σ.Α.Ε.Π.), ήτοι στο Συμβούλιο η σύσταση και λειτουργία του οποίου καθοριζόταν στο άρθρο 56 του πδ 38/2010, προτού το τελευταίο τροποποιηθεί δυνάμει του άρθρου 98 του ν. 4610/2019.
Μετά την ανωτέρω τροποποίηση, στο νεοσυσταθέν όργανο Α.Τ.Ε.Ε.Ν., που αντικατέστησε το Σ.Α.Ε.Π., και ειδικότερα στα αρμόδια για την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων τμήματα αυτού δεν συμμετέχει πλέον, έστω με την ιδιότητα του παρατηρητή, εκπρόσωπος της Ομοσπονδίας μας, γεγονός το οποίο, όπως επισημάναμε σε προηγούμενο έγγραφο της Ομοσπονδίας μας, έχει αυξήσει τον κίνδυνο να αναγνωριστούν επαγγελματικά προσόντα χειριστή μηχανήματος έργου στο πρόσωπο ακατάλληλα εκπαιδευμένων, με μειωμένα εκπαιδευτικά προσόντα και χωρίς επαρκή πρακτική εμπειρία, αλλοδαπών και ημεδαπών, κατ’ ευθεία παράβαση της νομοθετικής επιταγής για την άσκηση του επαγγέλματος του χειριστή υπό όρους ασφάλειας στην εργασία.
2. Σε κάθε περίπτωση και ανεξάρτητα από την συμμετοχή ή μη εκπροσώπων της Ομοσπονδίας μας στις αρμόδιες επιτροπές του Α.Τ.Ε.Ε.Ν., εμείς, ως εκπρόσωποι του κλάδου των αδειούχων χειριστών μηχανημάτων έργων και μεριμνώντας για την προάσπιση των δικαιωμάτων τους, παρακολουθούμε με μεγάλη προσοχή την πορεία, τον τρόπο και τον ρυθμό αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων από την Υπηρεσία σας στο πρόσωπο αιτούντων – υπηκόων κρατών μελών της ΕΕ, οι οποίοι επιδιώκουν να αποκτήσουν άδεια άσκησης του επαγγέλματος του χειριστή μηχανήματος έργου στην χώρα μας.
Εξ αρχής οφείλουμε να επισημάνουμε ότι έχουμε διαπιστώσει, με μεγάλη ανησυχία, ότι το Α.Τ.Ε.Ε.Ν. έχει προβεί σε μια σειρά αναγνωρίσεων επαγγελματικών προσόντων σε αλλοδαπούς χειριστές μηχανημάτων έργου, παρά την προφανή υστέρηση των προσόντων αυτών εν συγκρίσει με τα απαιτούμενα από το εσωτερικό δίκαιο αντίστοιχα επαγγελματικά προσόντα, καθώς και σε αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων σε ημεδαπούς, οι οποίοι, με σαφή πρόθεση καταστρατήγησης του εθνικού καθεστώτος αναγνώρισης, μετέβησαν σε άλλο κράτος μέλος και αφού πέτυχαν την εκεί αναγνώρισή τους ως χειριστές, επεδίωξαν, εν συνεχεία, να εκμαιεύσουν από το Α.Τ.Ε.Ε.Ν. την αναγνώριση της ισοτιμίας της αλλοδαπής άδειάς τους με την εγχώρια, παρά τα σαφώς υποδεέστερα επαγγελματικά προσόντα τους.
Οι εν λόγω πράξεις και αποφάσεις αναγνώρισης του Α.Τ.Ε.Ε.Ν. είναι απολύτως παράνομες, διότι καταστρατηγούν :
α) τους ισχύοντες κανόνες του εθνικού δικαίου (βλ. κατωτέρω υπό 4),
β) τα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα των ημεδαπών αδειούχων χειριστών μηχανημάτων έργων (βλ. κατωτέρω υπό 5) και
γ) κανόνες των ευρωπαϊκού δικαίου (βλ. κατωτέρω υπό 6) .
Αναλυτικότερα :
3. Όπως γνωρίζετε, στο πλαίσιο παροχής της εργασίας του ο αδειούχος χειριστής μηχανημάτων έργου καλείται να εκτελέσει εργασίες χειρισμού σε μεταβαλλόμενες συνθήκες και με διαφορετικά μέσα, σε κάθε είδους και κατηγορίας παραγωγικές δραστηριότητες όλων σχεδόν των κλάδων της εγχώριας – εθνικής οικονομίας, οι οποίες συχνά χαρακτηρίζονται από αυξημένη επικινδυνότητα.
Προκειμένου να διασφαλιστεί η ασφαλής εκτέλεση των ανωτέρω εργασιών, το επάγγελμα του χειριστή μηχανημάτων έργων συγκαταλέγεται στα νομοθετικά καθοριζόμενα και ρυθμιζόμενα επαγγέλματα και κατά συνέπεια οι όροι πρόσβασης, απόκτησης άδειας και άσκησης του επαγγέλματος υπάγονται σε συγκεκριμένους, εθνικούς κανόνες δικαίου, οι οποίοι καθορίζουν με λεπτομερή και εξαντλητικό τρόπο : (α) το εύρος των δραστηριοτήτων που καλύπτει το επάγγελμα, (β) την διάκριση κατηγοριών, υποκατηγοριών και ομάδων μηχανημάτων έργων και τις προϋποθέσεις πρόσβασης σε καθεμία από αυτές, (γ) την διάκριση ειδικοτήτων χειριστών αναλόγως των κατηγοριών των μηχανημάτων και τις προϋποθέσεις πρόσβασης σε καθεμία από αυτές και (δ) τα επαγγελματικά προσόντα και τις προϋποθέσεις άσκησης του επαγγέλματος του χειριστή.
Πρόκειται, δηλαδή, για συναρμοσμένους και συνδυαστικούς όρους και κριτήρια αξιολόγησης του επιπέδου της επαγγελματικής κατάρτισης και εμπειρίας του χειριστή, τα οποία έχουν εξαχθεί από την ανάλυση πραγματικών και εμπειρικών δεδομένων. Η ορθή και πλήρης ισχύς αυτών, εκτός του ότι αποτελεί ρητή νομοθετική επιταγή, κατατείνει, επιπλέον, αφενός στην σταθερή παραγωγή ποιοτικού έργου και αφετέρου στην διασφάλιση ότι η εκτέλεση των σχετικών εργασιών θα πραγματοποιείται σε περιβάλλον ασφάλειας.
4. Η καταστρατήγηση από το Α.Τ.Ε.Ε.Ν. διατάξεων του εθνικού δικαίου – εσφαλμένη εφαρμογή του π.δ. 38/2010.
Οι διατάξεις που αφορούν την διαδικασία αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων εφαρμόζονται στα επαγγέλματα που απαριθμούνται στα παραρτήματα του π.δ. 38/2010, μεταξύ των οποίων και στο επάγγελμα του χειριστή μηχανημάτων έργου (άρθρο 63, Παράρτημα VIII – νομοθετικά ρυθμιζόμενα επαγγέλματα που έχουν επιπτώσεις στην δημόσια υγεία ή ασφάλεια, Υπότιτλος Β, Τεχνικά Επαγγέλματα, στοιχείο 34ο), για το οποίο δεν έχει θεσπιστεί σύστημα αυτόματης αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων.
Ειδικότερα, για την επακριβή αξιολόγηση του επιπέδου επαγγελματικής κατάρτισης του αιτούντα την αναγνώριση, εφαρμόζονται οι διατάξεις των άρθρων 11 – 14 του π.δ. 38/2010, βάσει των οποίων η υπηρεσία που επιφορτίζεται με την αρμοδιότητα αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων αλλοδαπών – πολιτών κρατών μελών της ΕΕ, οφείλει να προσδιορίζει : α) τα προς αξιολόγηση επαγγελματικά προσόντα που θέτει ο εθνικός νομοθέτης για τους Έλληνες πολίτες και πιο συγκεκριμένα τις ειδικές κατηγορίες διπλωμάτων, τίτλων εκπαίδευσης και πιστοποιητικών επάρκειας που απαιτούνται για την χορήγηση άδειας άσκησης επαγγέλματος στους Έλληνες πολίτες. Μόνο με βάση αυτά θα μπορέσει να λάβει χώρα η αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων ενός αλλοδαπού αιτούντος και β) τις τελικές προϋποθέσεις συνολικής αξιολόγησης και αναγνώρισης όλων των επικαλούμενων επαγγελματικών προσόντων (βλ. άρθρο 13 και 14 π.δ. 38/2010).
Ως εκ τούτου, η αναγνώριση επαγγελματικής ισοτιμίας είναι εφικτή μόνον υπό την ρητή προϋπόθεση βεβαίωσης από το Α.Τ.Ε.Ε.Ν. ότι πρόκειται για αλλοδαπό υπήκοο – κάτοχο τίτλων, οι οποίοι πιστοποιούν την ύπαρξη επαγγελματικών προσόντων, τουλάχιστον ισοδύναμων (πρβλ. άρθρο 13 παρ. 1 του π.δ. 38/2010 και συγκεκριμένα την φράση «υπό τους ίδιους όρους με εκείνους που ισχύουν για τους Έλληνες πολίτες») με το επίπεδο επαγγελματικών προσόντων που απαιτείται από την ελληνική έννομη τάξη για την απόκτηση άδειας άσκησης του ίδιου επαγγέλματος, όπως αυτό γίνεται αντιληπτό από τον Έλληνα νομοθέτη.
Στην περίπτωση που διαπιστωθεί από το Α.Τ.Ε.Ε.Ν. :
είτε (α) ότι τα επαγγελματικά προσόντα που επικαλείται ο αλλοδαπός αιτών αφορούν τομείς γνώσεων ουσιωδώς διαφορετικών (ήτοι πιο περιορισμένους τομείς ή γνώσεις που δεν συνοδεύονται με την αντίστοιχη επαγγελματική εμπειρία κ.λπ.) εν συγκρίσει με αυτούς που απαιτούνται από την εθνική έννομη τάξη, είτε (β) ότι το νομοθετικά ρυθμιζόμενο επάγγελμα στην Ελλάδα περιλαμβάνει μία ή περισσότερες νομοθετικά ρυθμιζόμενες επαγγελματικές δραστηριότητες, οι οποίες δεν υπάρχουν στο αντίστοιχο επάγγελμα του κράτους μέλους καταγωγής του αιτούντος, είτε (γ) η εκπαίδευση που απαιτείται στην Ελλάδα αφορά τομείς γνώσεων ουσιωδώς διαφορετικών από εκείνες που καλύπτονται από την βεβαίωση επάρκειας ή τον τίτλο εκπαίδευσης που προσκομίζει ο αιτών, τότε, και στις τρείς περιπτώσεις, το Α.Τ.Ε.Ε.Ν. είναι υποχρεωμένο να καλέσει τον αλλοδαπό – κοινοτικό αιτούντα, προκειμένου αυτός ή να πραγματοποιήσει πρακτική άσκηση προσαρμογής, διάρκειας τριών (3) ετών κατά ανώτατο όριο ή να υποβληθεί σε δοκιμασία επάρκειας, σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 14 παρ.1, του π.δ. 38/2010.
Η μη τήρηση, κατά συνέπεια, των ανωτέρω διαδικασιών και ελέγχων παραβιάζει τις ανωτέρω διατάξεις του π.δ. 38/2010, οι οποίες αποτελούν εσωτερικό δίκαιο υποχρεωτικής εφαρμογής και αναγκαστικής ισχύος, όσον αφορά την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων σε αλλοδαπούς και ημεδαπούς.
Πιο συγκεκριμένα :
4.1. Όσον αφορά την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων σε αλλοδαπούς αιτούντες, πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι η αυτόματη – και χωρίς προηγούμενη συγκριτική αξιολόγηση – αναγνώριση διπλωμάτων ή τίτλων εκπαίδευσης, που προσάγονται ενώπιον του Α.Τ.Ε.Ε.Ν., ουδόλως συνάδει με το γράμμα και το πνεύμα της κείμενης νομοθεσίας.
Και τούτο διότι, σύμφωνα με το π.δ. 38/2010, απαιτείται πάντοτε η ad hoc αξιολόγηση των αντικειμενικών επαγγελματικών προσόντων των αιτούντων αλλοδαπών επαγγελματιών και η σύγκριση των προσόντων τους αυτών με τις προϋποθέσεις άσκησης του επαγγέλματος από τους ημεδαπούς χειριστές μηχανήματων έργου. Η αξιολόγηση συνίσταται στην αποδελτίωση και την ανάλυση των προσαγόμενων και επικαλούμενων εγγράφων, που πιστοποιούν την ύπαρξη των προς αξιολόγηση επαγγελματικών προσόντων. Από την διαδικασία αυτή προκύπτουν ορισμένα μετρήσιμα στοιχεία επαγγελματικών προσόντων, τα οποία πρέπει να συγκρίνονται και να αντιπαραβάλλονται με τα απαιτούμενα από την εσωτερική έννομη τάξη επαγγελματικά προσόντα, αναφορικά με την άσκηση του ίδιου επαγγέλματος.
Συνεπώς, είναι απολύτως παράνομη κάθε χορήγηση άδειας άσκησης οποιασδήποτε επαγγελματικής δραστηριότητας, που γίνεται από το Α.Τ.Ε.Ε.Ν. χωρίς την προηγούμενη, σημείο προς σημείο, διακρίβωση του απολύτως ισοδύναμου των επαγγελματικών προσόντων του αιτούντος αλλοδαπού εν συγκρίσει με τα επαγγελματικά προσόντα που ζητούνται για τους ημεδαπούς, βάσει των διατάξεων του εσωτερικού δικαίου. Και τούτο διότι, σε αντίθετη περίπτωση, δεν πληρούνται οι κύριοι όροι και οι προϋποθέσεις αναγνώρισης που τίθενται από το π.δ. 38/2010, αλλά ούτε και η εναλλακτική διαδικασία του άρθρου 14 αυτού, καθιστώντας, ως εκ τούτου, όλες τις σχετικές πράξεις και αποφάσεις του Α.Τ.Ε.Ε.Ν. μη σύννομες.
Ως εκ τούτου και αποδελτιώνοντας τις διατάξεις των άρθρων 4 και 5 του π.δ. 113/2012, που ισχύει και εφαρμόζεται ως αναγκαστικό δίκαιο στην εσωτερική έννομη τάξη, η αίτηση αλλοδαπού, που αιτείται την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων του ως αδειούχου χειριστή μηχανημάτων έργου, θα πρέπει υποχρεωτικά να συνοδεύεται από τις κατωτέρω βεβαιώσεις επαγγελματικών προσόντων :
i) πιστοποιητικό που βεβαιώνει επιτυχή ολοκλήρωση κύκλου σπουδών δευτεροβάθμιας – υποχρεωτικής εκπαίδευσης (άρθ. 5, παρ. 1 υποπαρ. Ι, στοιχ. α του π.δ. 113/2012 σε συνδυασμό με το άρθ. 11 στοιχ. β περ. i του π.δ. 38/2010),
ii) άδεια οδήγησης τουλάχιστον κατηγορίας Β (άρθ. 5, παρ. 1 στοιχ. ε του π.δ. 113/2012 σε συνδυασμό με το άρθ. 11 στοιχ. γ περ. ii του π.δ. 38/2010),
iii) πιστοποίηση χρόνου προϋπηρεσίας σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθ. 5, παρ. 2 του π.δ. 113/2012 και
iv) βεβαίωση επιτυχούς θεωρητικής και πρακτικής εξέτασης σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθ. 5 τελευταία παράγραφος του π.δ. 113/2012 σε συνδυασμό με το άρθ. 11 στοιχ. γ περ. ii του π.δ. 38/2010.
Κατά συνέπεια, χωρίς την προσκόμιση των ανωτέρω δικαιολογητικών και βεβαιώσεων από τους αλλοδαπούς αιτούντες, η αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων και η αναγνώριση ισότιμης επαγγελματικής κατάρτισης αυτών εν συγκρίσει με τους ημεδαπούς χειριστές είναι μη σύννομη, διότι με τον τρόπο αυτό καταλήγουμε στο να υφίσταται ουσιώδης διαφοροποίηση των επαγγελματικών προσόντων των αλλοδαπών εν συγκρίσει με τους ημεδαπούς αδειούχους χειριστές. Σε περίπτωση δε έκδοσης πράξεων αναγνώρισης από το Α.Τ.Ε.Ε.Ν. χωρίς την πιστή τήρηση των ανωτέρω, συντελείται παρανομία, διότι αποκτάται η δυνατότητα πρόσβασης σε ένα εξαιρετικά επικίνδυνο επάγγελμα ανεπαρκώς εκπαιδευμένων και ελλειμματικών προσόντων αλλοδαπών. Η ανεπάρκεια δε αυτή εκτείνεται τόσο στο πεδίο των τεχνικών γνώσεων όσο και στο θεωρητικό πεδίο, με αποτέλεσμα να υποβιβάζεται συνολικά το επίπεδο τεχνικής επάρκειας όλου του κλάδου των χειριστών και να επιτείνεται η, ούτως ή άλλως, εγγενώς ενυπάρχουσα στον κλάδο μας διακινδύνευση.
4.2. Σε ότι αφορά την αναγνώριση πράξεων της αλλοδαπής, τις οποίες καταχρηστικά προσάγουν ημεδαποί αιτούντες ενώπιον του Α.Τ.Ε.Ε.Ν., με σκοπό την ευθεία και άμεση καταστρατήγηση του εσωτερικού δικαίου, πρέπει να καταστεί απολύτως σαφές ότι πρόκειται για εντελώς ανυπόστατες και παράνομες αιτήσεις αναγνώρισης, οι οποίες δεν χρήζουν καμίας απολύτως αξιολόγησης και είναι απολύτως αδύνατο να επιφέρουν οποιοδήποτε έννομο αποτέλεσμα.
Και τούτο διότι, όπως ρητά διατυπώνεται στην σκέψη (12) του προοιμίου της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ (π.δ. 38/2010), «Η παρούσα οδηγία […] δεν αφορά την αναγνώριση από τα κράτη μέλη αποφάσεων, σχετικά με την αναγνώριση, που λαμβάνονται από άλλα κράτη μέλη, […]. Συνεπώς, άτομα που διαθέτουν επαγγελματικά προσόντα, που έχουν αναγνωριστεί σύμφωνα με την παρούσα οδηγία (εννοεί : κατόπιν αίτησης του αλλοδαπού αιτούντα στην χώρα υποδοχής), δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιήσουν αυτήν την αναγνώριση, προκειμένου να αποκτήσουν στο κράτος μέλος καταγωγής τους δικαιώματα διαφορετικά από αυτά που διαθέτουν, με βάση τα επαγγελματικά προσόντα, που απέκτησαν σε εκείνο το κράτος μέλος (εννοεί : στο κράτος μέλος καταγωγής τους) […] ». Άλλωστε, σύμφωνα με την σκέψη (11) του προοιμίου της Οδηγίας 2005/36/ΕΚ, « […] Σε τελική ανάλυση η παρούσα οδηγία δεν έχει στόχο να επηρεάσει το έννομο συμφέρον των κρατών μελών να αποτρέψουν το ενδεχόμενο ορισμένοι πολίτες τους να εκφεύγουν καταχρηστικά της εφαρμογής του εθνικού δικαίου που αφορά τα επαγγέλματα ».
Οι διατυπωμένες στο προοίμιο της Οδηγίας ανωτέρω σκέψεις αναπτύσσουν ισχυρή δεσμευτική ενέργεια, υπό την έννοια ότι προσδιορίζουν τους σκοπούς των συντακτών της Οδηγίας και επομένως μπορούν να θεμελιώσουν καίρια ερμηνευτικά επιχειρήματα (τελολογική ερμηνεία) για την τεκμηριωμένη ανάλυση και διακρίβωση του περιεχομένου της. Η συστηματική δε αξιοποίησή τους στην ερμηνεία των εφαρμοστικών της Οδηγίας κανόνων εσωτερικού δικαίου, διασφαλίζει την ορθή εφαρμογή των τελευταίων, οι οποίοι, ούτως ή άλλως, αποσκοπούν στην πληρέστερη ένταξη του ενωσιακού δικαίου στην εσωτερική έννομη τάξη.
Βάσει, λοιπόν, των ανωτέρω σκέψεων του προοιμίου της εν λόγω Οδηγίας, δίδεται η κατευθυντήρια διευκρίνιση ότι τα υποκείμενα που καταλαμβάνει η ρυθμιστική εμβέλεια της Οδηγίας και επομένως τα υποκείμενα στα οποία αφορά η βάσει αυτής τεθείσα εφαρμοστική εσωτερική νομοθεσία, είναι αποκλειστικά και μόνον όσοι έχουν την ιδιότητα του αλλοδαπού, σύμφωνα με το κατά περίπτωση οικείο – εθνικό δίκαιο. Αυτό σημαίνει ότι η ελληνική έννομη τάξη, μετά την κύρωση της Οδηγίας, αναγνωρίζει, βάσει της Οδηγίας, δικαιώματα στους πολίτες που έχουν την ιθαγένεια ενός από τα λοιπά κράτη – μέλη της Ένωσης, πλην όμως δεν επιφυλάσσει τα ίδια δικαιώματα και για τους ημεδαπούς.
Κατά συνέπεια, για τον ημεδαπό χειριστή δεν νοείται σε καμία περίπτωση η αποφυγή εφαρμογής ή η καταστρατήγηση των διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας. Ο ημεδαπός χειριστής υπάγεται, όσον αφορά την απόκτηση άδειας χειριστή μηχανήματος έργου, αποκλειστικά και μόνον στο εσωτερικό – εθνικό δίκαιο, χωρίς να καταλείπεται καμία απολύτως δυνατότητα αξιοποίησης, στο εσωτερικό της χώρας μας, της αναγνώρισης επαγγελματικών προσόντων, που έχουν αποκτηθεί σε άλλο κράτος – μέλος.
5. Η καταστρατήγηση από το Α.Τ.Ε.Ε.Ν. των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων των ημεδαπών χειριστών.
Σε κάθε περίπτωση πάντως, είναι εφαρμοστέα στο ελληνικό δίκαιο η αρχή της ισονομίας, όπως αυτή διατυπώνεται στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, σύμφωνα με την οποία, «οι Έλληνες είναι ίσοι ενώπιον του νόμου». Η αρχή της ισότητας και η αξίωση της ίσης μεταχείρισης, έχουν διττή έκφανση, ήτοι της ισότητας όλων ενώπιον του νόμου, αλλά και της ισότητας του νόμου έναντι όλων, υπό την έννοια ότι επιβάλλεται η όμοια ρύθμιση των ουσιωδώς όμοιων περιπτώσεων και η ανόμοια ρύθμιση ανόμοιων.
Το κανονιστικό βεληνεκές της αρχής αυτής καταλαμβάνει όλους τους Έλληνες πολίτες και επομένως για τα νομοθετικά ρυθμιζόμενα επαγγέλματα, όπως το επάγγελμα των χειριστών, επιβάλλεται να ισχύσουν τυπικά ίσες και όμοιες προϋποθέσεις για όλους όσους θέλουν να αποκτήσουν άδεια χειριστή. Συνακόλουθα, αντίκειται στην αρχή της ισότητας η χορήγηση, από την αρμόδια ελληνική αρχή, τυπικά ισότιμης άδειας χειριστή σε ημεδαπούς, παρά την συνδρομή ανόμοιων τυπικών όρων και προϋποθέσεων.
Δεν νοείται, ως εκ τούτου, για τον ημεδαπό χειριστή περίπτωση αποφυγής των διατάξεων της εθνικής νομοθεσίας. Οι απαιτήσεις του εθνικού δικαίου είναι υποχρεωτικά εφαρμοστέες, κατά τρόπο ενιαίο, για όλους τους Έλληνες πολίτες. Κάθε περίπτωση επιλεκτικής και μη καθολικής εφαρμογής των ισχυουσών διατάξεων για όλους ανεξαιρέτως τους ημεδαπούς, συνιστά κατάφορη παράβαση της συνταγματικής αρχής της ίσης μεταχείρισης των Ελλήνων. Έτσι, οι τυχόν ερειδόμενες στην διαφοροποιημένη μεταχείριση των ημεδαπών διοικητικές πράξεις είναι απολύτως παράνομες, ανυπόστατες και λογίζονται ως μη γενόμενες.
6. Η καταστρατήγηση από το Α.Τ.Ε.Ε.Ν. διατάξεων του ενωσιακού δικαίου.
Η εσφαλμένη πρακτική αναγνωρίσεων επαγγελματικών προσόντων από το Α.Τ.Ε.Ε.Ν. προκαλεί τριβές και επιπροσθέτως συνιστά ευθεία παράβαση του ενωσιακού, πρωτογενούς και παράγωγου, δικαίου.
Ειδικότερα :
6.1. Το Α.Τ.Ε.Ε.Ν. ερμηνεύει και εφαρμόζει εσφαλμένα την ελευθερία εγκατάστασης των υπηκόων των κρατών – μελών της Ένωσης.
Και τούτο διότι πρέπει να είναι απολύτως σαφής ο διαχωρισμός μεταξύ :
α) της υποχρέωσης καθορισμού ενός ενιαίου τρόπου αξιολόγησης και αποτίμησης των κτηθέντων επαγγελματικών προσόντων, δυνάμει των υποχρεώσεων που ανέλαβαν τα κράτη – μέλη με την προσχώρησή τους στις Συνθήκες και στο πλαίσιο της ευαγγελιζόμενης ελευθερίας εγκατάστασης και
β) της ελευθερίας προσδιορισμού και καθορισμού των όρων και προϋποθέσεων άσκησης των νομοθετικά ρυθμιζόμενων επαγγελμάτων, στο πλαίσιο της εσωτερικής, εθνικής αρμοδιότητας.
Βάσει της ανωτέρω διάκρισης, η μεν πρώτη υποχρέωση της ενιαίας αξιολόγησης των επαγγελματικών προσόντων, συνιστά τμήμα των ευρύτερων υποχρεώσεων που ανέλαβαν τα κράτη – μέλη, δυνάμει των εθνικών αρμοδιοτήτων που εκχωρήθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση και που αποκόπηκαν παράλληλα από την εθνική αρμοδιότητα, προκειμένου να ενισχυθεί η ελευθερία μετακίνησης και εγκατάστασης των επαγγελματιών εντός των κρατών – μελών, προς ενδυνάμωση του ενιαίου ευρωπαϊκού χώρου. Με την υιοθέτηση ενός τέτοιου συστήματος, τα προσόντα που βεβαιώνονται σε έγγραφα προερχόμενα από το κράτος – μέλος καταγωγής, καθίστανται υποχρεωτικώς αξιοποιήσιμα και αξιολογήσιμα από το κράτος – μέλος υποδοχής, στο οποίο ο επαγγελματίας επιθυμεί να ασκήσει οικονομική δραστηριότητα ως κοινοτικός αλλοδαπός, εμβαθύνοντας την εμπέδωση της Ενιαίας Αγοράς.
Η δεύτερη, όμως, παράμετρος της ελευθερίας προσδιορισμού και καθορισμού των όρων και προϋποθέσεων άσκησης των νομοθετικά ρυθμιζόμενων επαγγελμάτων εντάσσεται στο πλαίσιο εκείνων των αρμοδιοτήτων, που παρακρατήθηκαν από τα κράτη – μέλη, παρά την είσοδό τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση και αφορά στο προνόμιο που καταλείπεται στην εθνική πολιτική των κρατών – μελών, προκειμένου αυτή να συνεχίσει να ρυθμίζει τον τρόπο, το επίπεδο και τις συνθήκες άσκησης των επιμέρους επαγγελμάτων και υπηρεσιών, που παρέχονται εντός της εθνικής, εσωτερικής επικράτειας. Αυτή η ελευθερία κάθε κράτους – μέλους αποκρυσταλλώνει και τις δικαιοπολιτικές επιλογές και σταθμίσεις κάθε κράτους μέλους. Οι ευχέρειες αυτές της κάθε εθνικής πολιτικής παραμένουν ανεκχώρητες και γίνονται αναντίρρητα και αμοιβαία αποδεκτές από το σύνολο των κρατών –μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Κατά συνέπεια, παρά και ταυτόχρονα με την ισχύ της αρχής της ελευθερίας εγκατάστασης, τα κράτη – μέλη συνεχίζουν να αποφασίζουν, αποκλειστικά και μόνον εκείνα, όσον αφορά τα εξής αντικείμενα: α) τον καθορισμό των νομοθετικά ρυθμιζόμενων επαγγελμάτων, β) το εύρος και την υποκατηγοριοποίηση των δραστηριοτήτων που αυτά καλύπτουν γ) το περιεχόμενο και την ποιότητα των επαγγελματικών προσόντων, που απαιτούνται για την άσκηση αυτών. Είναι αυτονόητο ότι τα κράτη μέλη, ασκώντας την παρούσα αρμοδιότητα, είναι υποχρεωμένα να σέβονται την ελευθερία εγκατάστασης και να εφαρμόζουν κατά τρόπο ενιαίο τα κριτήρια που θεσπίζουν, τόσο στους ημεδαπούς όσο και στους κοινοτικούς αλλοδαπούς.
6.2. Σύμφωνα με την διάταξη του άρθρου 18 παρ. 1 της Σ.Λ.Ε.Ε. απαγορεύεται ρητά κάθε διάκριση με βάση την ιθαγένεια, απαγόρευση, η οποία επαναλαμβάνεται αυτούσια και στην διάταξη του άρθρου 21 παρ. 2 του Χ.Θ.Δ.Ε.Ε. Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων, προκύπτει μια επιταγή, απευθυνόμενη τόσο στον εθνικό νομοθέτη όσο και στις διοικητικές αρχές των κρατών – μελών, σύμφωνα με την οποία απαγορεύεται, εντός του πλαισίου των κανονιστικών και των διοικητικών τους αρμοδιοτήτων, να προβούν στην ρύθμιση μια πραγματικής κατάστασης κατά τρόπο μη ενιαίο, όταν το στοιχείο της ιθαγένειας αποτελεί το μοναδικό κριτήριο διάκρισης μεταξύ των υποκειμένων, που τίθενται εντός ή εκτός του κανονιστικού βεληνεκούς της ρύθμισης, αντιστοίχως.
Περαιτέρω, στους ισχύοντες κανόνες του εσωτερικού – εθνικού δικαίου, που καθορίζουν τους όρους άσκησης του επαγγέλματος του χειριστή μηχανημάτων έργου, ορθώς δεν περιέχεται οποιοδήποτε μέτρο ειδικής μεταχείρισης υπέρ ή κατά των αλλοδαπών κοινοτικών. Αντίθετα, εκεί καθορίζονται κατ’ αντικειμενικό και γενικό τρόπο οι όροι άσκησης της επαγγελματικής δραστηριότητας. Αυτοί οι συγκεκριμένοι όροι πρέπει, συνεπώς, να τηρηθούν από όλους τους ασκούντες την συγκεκριμένη δραστηριότητα και οποιαδήποτε απόκλιση από την ενιαία εφαρμογή της ρύθμισης, είναι προδήλως αντίθετη στο ευρωπαϊκό δίκαιο, ως αντίθετη στον συνταγματικά κατοχυρωμένο κανόνα ίσης μεταχείρισης των ημεδαπών και των αλλοδαπών εργαζομένων και επαγγελματιών.
Το Α.Τ.Ε.Ε.Ν. δεν είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι μπορεί να εκφεύγει της υποχρέωσης εφαρμογής των κανόνων ευρωπαϊκού και εθνικού συνταγματικού δικαίου. Ωστόσο, παρά την ανωτέρω υποχρέωσή του, το Α.Τ.Ε.Ε.Ν. χορήγησε άδειες χειριστή σε κοινοτικούς αλλοδαπούς, για την άσκηση του επαγγέλματος του χειριστή στο εσωτερικό της χώρας, παρά το ότι διαπίστωσε ότι υφίσταντο ηπιότερες και σε κάθε περίπτωση διαφορετικές προϋποθέσεις εν συγκρίσει με τις απαιτούμενες για την χορήγηση αντίστοιχης άδειας χειριστή στους ημεδαπούς. Η στάση αυτή του Α.Τ.Ε.Ε.Ν. εάν παγιωθεί θα οδηγήσει σε μία κατάσταση, όπου η πρόσβαση και η άσκηση του επαγγέλματος του χειριστή από τους αλλοδαπούς κοινοτικούς θα τελεί υπό ευνοϊκότερο και ηπιότερο καθεστώς προϋποθέσεων εν συγκρίσει με τους ημεδαπούς.
7. Συνοψίζοντας όλα τα ανωτέρω, θεωρούμε ότι η πρακτική του Α.Τ.Ε.Ε.Ν., αναφορικά με την αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων πολιτών των κρατών μελών της ΕΕ, εγείρει πολλαπλά ζητήματα, που αφορούν, πρώτον, στην μη ασφαλή εκτέλεση των εργασιών χειρισμού μηχανημάτων έργου από τους μη επαρκώς καταρτισμένους αλλοδαπούς και ημεδαπούς χειριστές, δεύτερον, στο μη σύννομο των αποφάσεων και πράξεων του Α.Τ.Ε.Ε.Ν. και, τρίτον, στην παρεμπόδιση της ελεύθερης και ακώλυτης άσκησης των συνταγματικά κατοχυρωμένων δικαιωμάτων των ημεδαπών χειριστών, τους οποίους η Ομοσπονδία μας εκπροσωπεί.
Εν όψει όλων των ανωτέρω σκέψεων και ανησυχιών της Ομοσπονδίας μας, θα θέλαμε να εκκινήσει ένας θεσμικός διάλογος, ώστε η Υπηρεσία σας να λειτουργήσει ως καταλύτης για την επίτευξη της ουσιαστικής ισότητας μεταξύ όλων όσων ασκούν το επάγγελμα του χειριστή μηχανημάτων έργου στην χώρα μας, ανεξαρτήτως της ιθαγένειας αυτών, μεριμνώντας παράλληλα για την διασφάλιση της καλής και ασφαλούς άσκησης του επαγγέλματός μας.
Για την ΟΧΜΕΕ